Η προσωπική σχέση Θεού – ανθρώπου κατά τον π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ
7 Απριλίου 2014
Συνεχίζουμε σήμερα τη σειρά των δημοσιεύσεων της μελέτης του κ. Δ. Αβδελά, για την πρόσληψη της θεολογίας του π. Γ. Φλωρόφσκυ από τη σύγχρονη θεολογία (προηγούμενη ανάρτηση: http://www.pemptousia.gr/?p=65243), πληροφορούμαστε σήμερα για τον τρόπο με τον οποίο ο μεγάλος σύγχρονος θεολόγος ανέπτυξε τις διαστάσεις της προσωπικές σχέσεις μεταξύ Θεού και ανθρώπου.
β) Η προσωπική σχέση Θεού – ανθρώπου.
Ο μαθητής του Φλωρόφσκυ, μητροπολίτης Περγάμου Ι. Ζηζιούλας παραπέμποντας στον ίδιο του τον δάσκαλο, υποστηρίζει ότι η θεολογική θεώρηση του ανθρώπου ως πρόσωπο ήταν η μεγαλύτερη συνεισφορά της χριστιανικής φιλοσοφίας[1]. Πράγματι, όλα τα μελετήματα του ρώσου ιερέα από την αρχή της θεολογικής του καριέρας μέχρι και το τέλος αυτής, περιστρέφονται γύρω από το απολυτρωτικό έργο του θεανθρώπου και τις σωτηριολογικές του προεκτάσεις. Και είναι ακριβώς αυτό το οντολογικό γεγονός της απολύτρωσης του ανθρώπου από την πτωτική του ροπή και την αποκατάσταση της κοινωνίας του με Τον όντως υπαρκτό, που καθιστά τον άνθρωπο πρόσωπο και προσλαμβάνει κυριαρχούσα θέση στη σκέψη του Φλωρόφσκυ.
Η ενσάρκωση του Λόγου, ως οικουμενικό και πανανθρώπινο γεγονός, είναι η μόνη γνωσιολογική προϋπόθεση έτσι ώστε η θρησκευτική γνώση να καθίσταται δυνατή μέσα από την καθολική ανακαίνιση του ανθρώπου[2]. Και αυτό διότι, η ανθρώπινη φύση θεραπεύεται και μεταμορφωμένη πλέον, δύναται να συλλάβει την αποκεκαλυμμένη αλήθεια[3]· ως εκ τούτου, κάθε έννοια απολλιναρισμού είναι αποβλητέα στην ορθόδοξη παράδοση[4].
Παράλληλα, επειδή ακριβώς το πιο αντιπροσωπευτικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου, ως κατ’ εικόνα Θεού δημιούργημα, είναι η λογικότητα του, μπορεί ασκούμενος ο ίδιος να ενουσιώνεται στην πανανθρώπινη φύση του Λόγου και ανακαινισμένος πια να εκφράζει την αποκεκαλυμμένη αλήθεια[5]. Είναι αυτή η προσωπική και ταυτόχρονα διαλογική σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, που καταξιώνει τον δεύτερο να στέκεται απέναντι στον προσωπικό δημιουργό του και να έρχεται σε κοινωνία με αυτόν[6]. Αν και ο Φλωρόφσκυ αφιέρωσε έναν ολόκληρο τόμο για να αναλύσει το γεγονός του ασκητικού κατορθώματος (podvig) ως μέσο γνώσεως του Θεού στη βυζαντινή γραμματεία, ωστόσο η συγκεκριμένη μέθοδος των πατέρων είναι διάχυτη σε όλο του έργο[7].
Ειδικότερα ο Φλωρόφσκυ παραπέμπει στον χώρο της λογικής και της διανόησης για να εκφράσει το δόγμα, με τη βασική προϋπόθεση όμως ότι η διανοητική αυτή η διεργασία δεν είναι μια διαλεκτική μέθοδος που ψάχνει την αλήθεια[8]. Με άλλα λόγια, το δόγμα δεν είναι ένα θεωρητικό αξίωμα που δημιουργείται και αναπτύσσεται ξέχωρα από το βιωματικό πλαίσιο του εκκλησιαστικού σώματος αλλά παραπέμπει πάντοτε σ’ αυτό. Το ερμηνευτικό πλαίσιο της ορθόδοξης θεολογίας και κατ’ επέκταση του ίδιου του Φλωρόφσκυ είναι διαλογικό[9] και ερμηνεύει τη προσωπική συνάντηση Θεού και ανθρώπου.
Η διαλογική αυτή σχέση, η οποία δεν είναι απροϋπόθετη αλλά έχει ως θεμέλιο τη μετά-νοια, επιτρέπει στον άνθρωπο να προσλάβει την αλήθεια της Αποκάλυψης στη σιωπή και τη θεωρία αποφατικά και στη συνέχεια να την εκφράσει καταφατικά. Αυτή ακριβώς η καταφατική έκφραση της αποκεκαλυμμένης αλήθειας είναι για τον Φλωρόφσκυ «μια λογική ιδέα, μια «λογική εικόνα» της θείας πραγματικότητας»[10]. Τη μετάβαση αυτή από τη σιωπή στην λογική έκφραση, ο εμβριθής θεολόγος τη συνάντησε στην πατερική παράδοση, ωστόσο το μήνυμα που ερμηνεύεται είναι πάντοτε το ίδιο, δηλαδή η Αποκάλυψη του Λόγου στην περιοχή του κτιστού[11].
Δικαιωματικά, ο οξυδερκής θεολόγος της διασποράς προκρίνει την ιδεώδη, κατά τον Ν. Ματσούκα, διπλή μεθοδολογία των πατέρων[12] ως τον άρρηκτο δεσμό της χαρισματικής με τη δογματική θεολογία. Η πρόσληψη της αλήθειας είναι πρωτίστως ένα ασκητικό γεγονός που μετέχεται εν μετανοία και αποφατικά στη σιωπή και στη θεωρία, εφόσον ο άνθρωπος έρθει σε συνάντηση κατά πρώτον με τον προσωπικό Θεό. Στη συνέχεια αυτή η αποκαλυφθείσα αλήθεια γίνεται αγιοπνευματικό γεγονός και εκφράζεται καταφατικά με σύμβολα και εικόνες˙ αυτή είναι κατά τον ρώσο κληρικό η χαρισματική διάσταση της θεολογίας.
Τέλος η αλήθεια αυτή δεν αρκεί να είναι μόνο ένα γεγονός εκκλησιαστικής εμπειρίας αλλά χρειάζεται να γίνει κατανοητή με λογικό τρόπο, σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο μέσα από τα δόγματα[13]. Τη συγκεκριμένη αυτή μέθοδο της δογματικής θεολογίας στο έργο του Φλωρόφσκυ, δηλαδή της πίστης που έχει ως στόχο τη κατανόηση (fides quarens intellectum), αναλύει με επιτυχημένο τρόπο ο M. Baker θεωρώντας ως εκείνη τη θεολογία που είναι η a posteriori περιγραφή της αλήθειας[14].
[Συνεχίζεται][14] Βλ. M. BAKER, “«Theology Reasons» – in History: Neo-patristic Synthesis and the Renewal of Theological Rationality”, Θεολογία 81:4 (2010), (81-118), σ. 102-113.