Η ανατομία των παθών στο “Αμάρτημα της μητρός μου” (Ηρακλής Ψάλτης, φιλόλογος)
20 Ιανουαρίου 2016
Η μελέτη του φιλολόγου κ. Ηρακλή Ψάλτη σχετικά με τα θέματα της αμαρτίας και της λύτρωσης στο έργο του Γ. Βιζυηνού, από την άποψη της Ορθόδοξης Θεολογίας (προηγούμενη δημοσίευση:http://bitly.com/1OJP6J9), εξετάζει επιπλέον παράπλευρα ηθικά ζητήματα στο “Αμάρτημα της μητρός μου”.
Τα αδέλφια του ζηλεύουν, επίσης, την πρώτη υιοθετημένη αδελφή τους για τις περιποιήσεις και τις φροντίδες της μητέρας τους, ενώ τα ίδια ζουν δουλεύοντας σκληρά στα εργαστήρια των μαστόρων και προσφέρουν τους μισθούς τους για την ανακούφιση της μητέρας τους. Εκείνη όμως τα χρήματα αυτά τα δαπανά για την καλοπέραση και την προίκα της νέας αδελφής τους[319]. Τέλος, η μητέρα αποδίδει τις κακεντρεχείς διαδόσεις για τις «ατυχίες» του Γιωργή -δυστύχησε στην Κωνσταντινούπολη και τούρκευσε, ναυάγησε στην Κύπρο, επαιτεί ρακένδυτος- στη ζήλεια, επειδή ο γιός της προκόβει και διακρίνεται[320].
Κλοπή διαπράττεται. Κάποιοι «ψευτογιατροί», κομπογιαννίτες –γόητες και μάγισσες- κλέβουν χράμια και κηλίμια από το σπίτι λόγω της ανεπιβλεψίας που επικρατούσε σ΄αυτό[321]. Επίσης, ο χονδρός της συνοικίας κουρεύς, ο πρακτικός γιατρός της περιφέρειας, κλέβει τη μητέρα, όταν συνεχίζει να εισπράττει την «αμοιβή» του, χωρίς να προσφέρει καμία ουσιαστική ιατρική φροντίδα στην άρρωστη Αννιώ[322].
Η μέθη ζημιώνει. Η μέθη θεωρείται, ίσως, μαζί με την κούραση από το χορό συναίτιο για το «ατυχές» συμβάν. Ο αφηγητής κάνει συχνές αναφορές στο ποτό και ο πατέρας δηλώνει για εκείνο το βράδυ ότι είναι μάλλον μεθυσμένος: ἐπαῖζαν τά βιολιά, καί ἔτρωγεν ὁ κόσμος μέσα στήν αὐλή, κι ἐγύρνα ἡ κανάτα μέ τό κρασί ἀπό χέρι σέ χέρι.(ο πατέρας) Τό κρασί ἄρχισε νά μέ χτυπᾷ στό κεφάλι, καί ἀφορμή γυρεύω κι ἐγώ νά φύγω[323]. Σ΄αυτό το διήγημα δεν έχουμε άλλο περιστατικό μέθης ή μέθυσους ήρωες, είναι μοναδικό.
Ακηδία της μάνας. Η Δεσποινιώ η Μιχαλιέσσα, εξαντλεί τη μητρική της φροντίδα στη δεύτερη Αννιώ και στα κορίτσια που υιοθετεί, μια συμπεριφορά η οποία καθίσταται ερμηνεύσιμη και κατανοήσιμη εκ των υστέρων. Φτάνει στο σημείο να μην βλέπει τα παιδιά της για μέρες -αναζητώντας το «φάρμακο» για την άρρωστη Αννιώ- και να τα εμπιστεύεται σε μια υπερήλικη γραία, μια Σοφηδιώτισσα, που παρασιτούσε στο σπίτι τους [324].
Η αχαριστία συναντάται. Χαρακτηριστική εκδήλωσή της αποτελεί η συμπεριφορά που δείχνει το πρώτο υιοθετημένο κορίτσι και προς τη θετή μητέρα της και προς τα «αδέλφια» της, παρόλη την αγάπη και τη φροντίδα που εισπράττει από όλους. Ο αφηγητής το αποτυπώνει άμεσα, λεκτικά: ἡ κόρη ἐκείνη, ἐκτός ὅτι ποτέ δέν ᾐσθάνθη πρός αὐτούς ἀδελφικήν τινα στοργήν, ἐπί τέλους ἀπεδείχθη ἀχάριστος πρός τήν γυναῖκα, ἥτις περιεποιήθη τήν ζωήν αὐτῆς μέ τοσαύτην φιλοστοργίαν, ὅσην ὀλίγα γνήσια τέκνα ἐγνώρισαν [325].
[Συνεχίζεται]
[319]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.15: «ἡ μήτηρ μας ἤρχισε νά ἐπιδαψιλεύῃ εἰς τήν θετήν μας ἀδελφήν τόσας περιποιήσεις, ὅσων ἴσως δέν ἠξιώθημεν ἡμεῖς εἰς τήν ἡλικίαν της καί εἰς καιρούς πολύ εὐτυχεστέρους (…) ἀντί νά τους (μισθούς) δαπανᾷ πρός ἀνάπαυσίν της, ἐπροίκιζε δι’ αὐτῶν τήν θετήν της θυγατέρα».
[320]Γ.Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.18: «Φωτιά νά τούς κάψῃ, ἀπεκρίνετο ἐκείνη. Τό λέν ἀπό τή ζούλια τους. Τό παιδί μου θενἄκανε κατάστασι καί πά’ στόν Ἅγιο Τάφο».
[321]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σσ.13-14.
[322]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.5: «Ἡ μήτηρ μου, ἄν καί ἔπαυσε πλέον νά μεταχειρίζεται τά ἰατρικά του, ἐν τούτοις τόν ἐπλήρωνε τακτικά καί ἀγογγύστως. Τοῦτο μέν, διά νά μή τόν δυσαρεστήσῃ, τοῦτο δε, διότι πολύ συχνά διϊσχυρίζετο παρηγορῶν αὐτήν, ὅτι ἡ πορεία τῆς ἀσθενείας εἶναι καλή, καί ἀκριβῶς τοιαύτη, ὁποίαν ἐδικαιοῦτο νά τήν περιμένῃ ἡ επιστήμη ἀπό τάς συνταγάς του».
[323] Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, όπ. παρ., σ.22.
[324] Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.6: «Ποῖος μᾶς ἔτρεφε, ποῖος μᾶς ἔπλυνε, ποῖος μᾶς ἐμβάλωνεν ἡμᾶς τά ἀγόρια, οὔτε ἤθελε κἄν νά τό γνωρίζῃ. Μία Σοφηδιώτισσα γραῖα, πρό πολλῶν ἤδη ἐτῶν παρασιτοῦσα ἐν τῷ οἴκῳ μας, ἐφρόντιζε περί ἡμῶν, ἐφ’ ὅσον τῇ τό ἐπέτρεπεν ἡ μαθουσάλειος αὐτῆς ἡλικία. Τήν μητέρα μας δεν τήν ἐβλέπομεν ἐνίοτε ὁλοκλήρους ἡμέρας».
[325]Γ. Μ. Βιζυηνός, όπ. παρ., σ.16.