«Χρυσός» για την Ευρώπη το ελληνικό μέλι
27 Μαρτίου 2014
Γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων, με αναφορές του φιλόσοφου Αριστοτέλη σε αυτό, το μέλι συνοδεύει τους καταναλωτές σε όλο τον κόσμο σε καθημερινές, διατροφικές συνήθειες, ενώ στην Ελλάδα η μελισσοκομία αναδεικνύεται σε διέξοδο από την οικονομική κρίση, είτε για όσους επιθυμούν συμπληρωματικό εισόδημα είτε γι’ αυτούς που θέλουν να ασχοληθούν αποκλειστικά μ’ αυτήν.
Αν και ο φυσικός… φόβος για τις μέλισσες ίσως αποτελεί για κάποιους αποτρεπτικό παράγοντα, στην ακριτική Ροδόπη η μελισσοκομία ανθεί» πραγματικά και αυτό αποτυπώνεται τόσο στην παραγωγή μελιού όσο και στη δραστηριότητα των μελισσοκόμων. Διακόσιοι εξήντα τρεις μελισσοκόμοι -εγγεγραμμένοι στα μητρώα της αρμόδιας υπηρεσίας- δραστηριοποιούνται στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης και η παραγωγή μελιού, το 2013, διαμορφώθηκε σε περίπου 272 τόνους, στα ίδια επίπεδα με το 2012, δίνοντας δύο χρονιές με ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Πρόσφατα, εξάλλου, συστάθηκε ο Περιβαλλοντικός Όμιλος Μελισσοκόμων και φίλων της Μέλισσας Θράκης (ΠΟΜΦΙΜΕΛ) και, όπως είπε μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρός του, Χαλήτ Χαλήλ Ιμπράμ, ο όμιλος έχει περίπου 120 μέλη και κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για τη σωστή εκπαίδευσή τους.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, στις οποίες καθηγητές μελισσοκομίας παραδίδουν μαθήματα και… εμπειρία για τη μελισσοκομία, καθώς και εκδρομές για να παρακολουθήσουν τον «αγώνα» άλλων μελισσοκόμων για την άντληση του μελιού.
Επισημαίνοντας ότι «το μέλι της Ελλάδας είναι σαν χρυσός στην Ευρώπη», ο κ. Χαλήτ Χαλήλ Ιμπράμ αναφέρθηκε στην πρόσφατη επίσκεψη και συμμετοχή μελών του ΠΟΜΦΙΜΕΛ στην 3η Έκθεση Μελισσοκομίας που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, με στόχο η τουρκική αγορά να γνωρίσει και να γευτεί το θρακικό μέλι. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΠΟΜΦΙΜΕΛ, στόχος ήταν «να δείξουμε στο εξωτερικό το ποιοτικό μέλι που παράγεται στη Θράκη, τις θεραπευτικές του ικανότητες και τον φυσικό τρόπο παραγωγής του», ενώ πρόσθεσε ότι ο όμιλος βάζει πλώρη και για άλλες εκθέσεις, στα Βαλκάνια, αλλά και σε ευρωπαϊκές πόλεις.
«Στροφή» στη μελισσοκομία
Τα μέλη του ΠΟΜΦΙΜΕΛ έχουν περίπου 4.000 κυψέλες και το 2013 η παραγωγή τους έφθασε περίπου τους 25 τόνους, είπε ο κ. Ιμπράμ. Ορισμένα μέλη του ομίλου ασχολούνται με τη μελισσοκομία για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Άλλωστε, δεν είναι οι μόνοι, καθώς εξαιτίας της κρίσης «αρκετοί νέοι άνθρωποι και άτομα κάποιας ηλικίας, που έχουν χάσει τη δουλειά τους, στρέφονται προς τη μελισσοκομία», όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας της Γεωπονικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), καθηγητής Ανδρέας Θρασυβούλου.
«Είμαστε η χώρα με τους περισσότερους επαγγελματίες μελισσοκόμους, έχουμε 15.000 μελισσοκόμους στην Ελλάδα» σημειώνει ο ίδιος και προσθέτει ότι πριν από μερικά χρόνια «είχαμε 1.200.000 μελίσσια, τώρα έχουμε 1.600.000 μελίσσια, που σημαίνει ότι είμαστε η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη όσον αφορά τον αριθμό των μελισσιών».
Κάθε χρόνο εκπαιδεύονται σε πανεπιστήμια και ινστιτούτα πολίτες που ενδιαφέρονται για τη μελισσοκομία, όμως, όπως εξηγεί ο κ. Θρασυβούλου, «υπάρχει πρόβλημα, γιατί αυξάνεται ο αριθμός των μελισσιών και αντίστοιχα η χλωρίδα που θα έπρεπε να στηρίξει τα μελίσσια μειώνεται (πυρκαγιές, επέκταση αστικών πόλεων, ανθρώπινη δραστηριότητα κ.ά.) και παράλληλα με τη μείωση της χλωρίδας έχουμε το γεγονός ότι η παρεχόμενη τροφή στις μέλισσες περιορίζεται ακόμη περισσότερο από τις κλιματολογικές αλλαγές».
Το μεγαλύτερο ποσοστό στην παραγωγή μελιού (το 60%) κατέχει το λεγόμενο πευκόμελο και οι κύριες παραγωγικές περιοχές είναι η Χαλκιδική, η Θάσος και η Εύβοια.
Σωστή εκπαίδευση
Σε κάθε περίπτωση, όσοι θέλουν να ασχοληθούν με τη μελισσοκομία πρέπει να εκπαιδευθούν σωστά και να ακολουθήσουν τα κατάλληλα βήματα. «Εφόσον έχουν τη σωστή εκπαίδευση, θα πρέπει να ασχοληθούν ερασιτεχνικά για περίπου πέντε χρόνια, να αγαπήσουν τις μέλισσες, να υπάρχει χημεία με τις μέλισσες, να μπορούν να ανεχθούν τις μέλισσες και τα κεντρίσματα και όλα, να μην απογοητεύονται…» αναφέρει ο κ. Θρασυβούλου.
Για να περάσει κάποιος στο επαγγελματικό στάδιο θα χρειαστεί τουλάχιστον πέντε χρόνια και αυτοί που θα ασχοληθούν πρέπει να έχουν «μια σωστή, καλή εκπαίδευση» καταλήγει ο ίδιος, συμπληρώνοντας ότι «κάθε χρόνο εκπαιδεύουμε γύρω στα 500 άτομα».
Παρατήρηση: Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται με τη συνεργασία της οικονομικής και αγροτικής εφημερίδας “ΠΑΡΑΓΩΓΗ” (κυκλοφορεί στα περίπτερα κάθε Σάββατο), http://www.paragogi.net