Οι αρετές της ελπίδας και της αγάπης στην Καινή Διαθήκη
18 Ιουνίου 2014
Επίσης η ελπίδα πηγάζει από την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού: «Ου θέλομεν δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, περί των κοιμωμένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανεν και ανέστη, ούτως και ο θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει συν αυτώ»[32]. Η απόκτηση της ελπίδας γίνεται δυνατή, όταν ο άνθρωπος αποδεχθεί έναν τρόπο ζωής, που αντιτίθεται στην αυτονομημένη κοσμική προοπτική. Αυτή η αποδοχή προετοιμάζεται από την Χάρη του Θεού που κοινωνείται από τον άνθρωπο και έχει ως αποτέλεσμα την γνήσια ευσέβεια και την μακάρια ελπίδα[33]. Τέλος η ελπίδα παρομοιάζεται με άγκυρα της ψυχής[34], την οποία προφυλάσσει από τον φόβο[35].
Τέλος η αγάπη είναι η χαρισματική κατάσταση, στην οποία βρίσκονται οι πιστοί, που τηρούν τις εντολές[36], ως αποτέλεσμα της αγαπητικής κοινωνίας και ως μέλη του σώματος του Χριστού: «μείνατε εν τη αγάπη τη εμή. Εάν τας εντολάς μου τηρήσητε, μενείτε εν τη αγάπη μου, καθώς εγώ τας εντολάς του πατρός μου τετήρηκα και μένω αυτού εν τη αγάπη»[37]. Ακόμη η αγάπη βιώνεται ως αποτέλεσμα της μετοχής του ανθρώπου στα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος: « Ο δε καρπός του πνεύματος εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραύτης, εγκράτεια· κατά των τοιούτων ουκ έστιν νόμος»[38]. Για τούτο προτείνεται η δοξολογία και η ευχαριστία του Θεού από τους ευεργετημένους πιστούς[39].
Η κατάσταση της αμαρτίας, ακυρώνει τον αγαπητικό δεσμό και διασπά τους αρμούς των μελών του σώματος της εκκλησίας: «και δια το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών»[40]. Αντίθετα η αγάπη είναι ο συνεκτικός δεσμός των αρετών[41] και ο σύνδεσμος, τόσο μεταξύ των ανθρώπων, όσο και ανάμεσα στους ανθρώπους και του Θεού. Στον υπέροχο ύμνο της Αγάπης από τον Παύλο[42] διαγράφεται με αξεπέραστη πληρότητα η μυστική ουσία της, που υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη ατέλεια και προσιδιάζει στον λυτρωμένο «εν Χριστώ» άνθρωπο. Για αυτό άλλωστε και η άσκηση των αρετών είναι ανεπαρκής, ατελής και ενδεχομένως ασύμφορη πνευματικά, όταν δεν θεμελιώνονται στην αγάπη.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το θεμέλιο των αρετών στην Καινή Διαθήκη είναι ο Χριστός[43]. Δηλαδή ο Νόμος του Θεού, δεν προσφέρεται ως ένα σύνολο από εντολές που πρέπει να τηρηθούν, αλλά ο Χριστός είναι η ίδια η αλήθεια που αυτοπροσφέρεται και από την οποία πηγάζει ο Νόμος[44]. Ύστερα από την παραπάνω παραδοχή, θα θέλαμε να υπογραμμίσουμε την ενότητα της χριστιανικής αρετής[45] και να τονίσουμε ότι η χριστιανική αρετή προϋποθέτει την ταπείνωση, που προσελκύει την χάρη του Θεού και είναι περιεκτική αρετή, που περιέχει δυνάμει όλες τις αρετές[46]. Θα τελειώσουμε επισημαίνοντας τη σημασία της εξάσκησης των αρετών, ενώ αντίθετα, η θεωρητική γνώση τους, αξιολογείται ως ανώφελη και αναποτελεσματική[47].
[35] «τον δε φόβον αυτών μη φοβηθήτε μηδέ ταραχθήτε, κύριον δε τον Χριστόν αγιάσατε εν ταις καρδίαις υμών, έτοιμοι αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος, αλλά μετά πραύτητος και φόβου, συνείδησιν έχοντες αγαθήν», Α΄ Πέτρ. 3,14,2-16,2.
[42] Προς Κορινθίους, Epistula Pauli ad Corinthios i, ed. K. Aland, M. Black, C.M. Martini, B.M. Metzger and A. Wikgren, The Greek New Testament, 2nd edn. Stuttgart: Württemberg Bible Society, 1968, 13,1,1-13,3.
[47]«Ου πας ο λέγων μοι, Κύριε κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς», Ματθ. 7, 21,1-3. και «ου γαρ οι ακροαταί νόμου δίκαιοι παρά τω θεώ, αλλ’ οι ποιηταί νόμου δικαιωθήσονται», Ρωμ. 2,13,1-3.