Προβληματισμοί και υφιστάμενα ζητήματα στις ενεργειακές σχέσεις Ε.Ε.-Ρωσίας (Στασινόπουλος Σπυρίδων, ΜΑ Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών)
15 Ιουλίου 2017
[Προηγούμενη δημοσίευση: http://www.pemptousia.gr/?p=165427]
Το ζήτημα δημιουργίας μιας ενεργειακής ένωσης, είναι στο τραπέζι αυτήν την περίοδο, με όχι ουσιαστικά αποτελέσματα, ως τώρα. Οι εθνικές κυβερνήσεις παρουσιάζονται στην πράξη πιο ισχυρές από την ίδια την ένωση καθώς προχωρούν σε απευθείας συμφωνίες με την Ρωσία, μη βοηθώντας στην πράξη την κεντρική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. H απουσία ομοιογένειας στην Ε.Ε λόγω αντικρουόμενων συμφερόντων των χωρών και η συνεχής προθυμία της Ρωσίας να απευθύνεται μεμονωμένα στις χώρες, είναι πιθανόν να συνεχίζει να διαιωνίζει αυτήν την πραγματικότητα[102]. Οι συμφωνίες για την κατασκευή αγωγών ευνοούν τις χώρες που ωφελούνται άμεσα από αυτούς τόσο για την μεταφορά, όσο και για την παραγωγή ενέργειας. Για αυτό και ισχυρές Ευρωπαϊκές χώρες, όπως Ιταλία και Γερμανία επιδιώκουν οι αγωγοί να καταλήγουν στα εδάφη τους και διαπραγματεύονται απευθείας τους όρους των συμφωνιών. Η αύξηση της απασχόλησης στις χώρες αυτές και η άνοδος των εθνικών εταιρειών, είναι στοιχεία που τονώνουν τα κράτη -μέλη να ακολουθούν μια τέτοια τακτική. Αναμφίβολα αυτό το φαινόμενο, μόνο κακό μπορεί να κάνει στις σκέψεις για κοινή ενεργειακή πολιτική και είναι κάτι για το οποίο η Ευρώπη, θα πρέπει να μεριμνήσει άμεσα.
Η πολιτική divide & rule από την Ρωσική πλευρά αναδεικνύει το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Ε.Ε.[103] Οι συμφωνίες της Ρωσικής πλευράς με χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Βουλγαρία κ.α, δυσχεραίνουν το έργο των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. [104]Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η επιστολή 9 κρατών μελών της ΕΕ από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη (CEE) με μπροστάρη την Γερμανία, στον πρόεδρο της Επιτροπής Junker υπέρ της κατασκευής του Nord Stream II. Η κατασκευή του αγωγού θα ωφελήσει τις χώρες αλλά θα ζημιώσει την προσπάθεια επίτευξης μιας ενεργειακής απεξάρτησης από την Ρωσία. Το παράδειγμα αυτό αντικατοπτρίζει τον ¨διχασμό¨ των Ανατολικών και Δυτικών Ευρωπαϊκών κρατών, που επιβραδύνει την προώθηση της Ενεργειακής Ένωσης. Δηλώσεις του προέδρου Juncker αναφέρουν πως η κατασκευή του Nord Stream II, ελέγχεται ως προς την νομιμότητα. Με την απέναντι πλευρά και τον πρόεδρο της Gazprom, Alexey Miller, να αντιπαραβάλλει πως η κατασκευή του αγωγού αυτού θα μειώσει το κόστος μεταφοράς για τις χώρες κατά 20% σε σχέση με τους αγωγούς που περνούν την Ουκρανία και τις άλλες γειτονικές προς την Ρωσία χώρες. Εκτός από την Gazprom άλλες πέντε Ευρωπαϊκές εταιρείες επενδύουν στο έργο (E. ON, Wintershall, Shell, OMV, and Engie) με τις δύο πρώτες να είναι Γερμανικές εταιρείες, δείγμα του ενδιαφέροντος που δείχνει η Γερμανική πλευρά. Η Ρωσία εκμεταλλεύεται την πρόθεση των χωρών αυτών στο να συνυπάρχουν και ρυθμίζει την πολιτική της αναλόγως, όντας σε θέση ισχύος σε σύγκριση με την Ε.Ε. Δύο βασικά, λοιπόν, προβλήματα για την Ε.Ε. είναι η αδυναμία να εντάξει την Ρωσία σε ένα πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά κανονιστικά πλαίσια και η αδυναμία συγκρότησης μιας κοινής πολιτικής απέναντι στην Ρωσία.
Η στροφή της Ευρωπαϊκής αγοράς στην Ασία και την Μ. Ανατολή, έχει κριθεί ως αναγκαία για τον ενεργειακό της ανεφοδιασμό. Εκτός από αυτό, φαίνεται πως είναι μια κίνηση τακτικής περισσότερο, παρά λύση ανάγκης. Η ΕΕ γνωρίζει, πως η ποσότητα πετρελαίου και φυσικού αερίου που εισάγεται από την Ρωσία, είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί και ειδικά άμεσα από τρίτους πόλους, συνεπώς είναι ένας μοχλός πίεσης προς την Ρωσική πλευρά, η οποία απαντά με το ίδιο νόμισμα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση η Ρωσία φαίνεται να είναι σε καλύτερη μοίρα ειδικά στην περιοχή της Αν. Ευρώπης που χαρακτηρίζεται από μια πλήρη εξάρτηση στην Ρωσία. Η Ρωσία γνωρίζει πως χώρες όπως η Ουκρανία, η Λετονία, η Λιθουανία, και χώρες των Βαλκανίων δεν είναι σε θέση να αλλάξουν την πολιτική τους, συνεπώς με μεγαλύτερη ασφάλεια στρέφεται σε άλλες αγορές, όπως της Ασίας. Μην λησμονούμε πως η Ρωσία καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των εσωτερικών της αναγκών με την δική της παραγωγή, την ώρα που στην ΕΕ αυτό το γεγονός δεν συμβαίνει. Η ανάγκη της Ρωσίας δεν είναι τόσο ζήτημα επιβίωσης εσωτερικής αλλά της διατήρησης του ισχυρότερου εμπορικού εταίρου ή κοινώς του μεγαλύτερου αγοραστή της παραγωγής της. Όπως προαναφέρθηκε, όσο περνάει ο χρόνος και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν τα δικά τους μέσα σε ένα παιχνίδι στρατηγικής και διπλωματίας.
Οι πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ε.Ε την φέρνουν μπροστά σε αποφάσεις ριζοσπαστικές. Όλο το οικοδόμημα στηρίχθηκε στην αλληλεγγύη των κρατών και στην σύμπνοια για μεγαλύτερη πρόοδο. Τα δεδομένα δεν δείχνουν να είναι τόσο θετικά, ώστε άμεσα οι ισχυρές χώρες της Ευρώπης να φανερώσουν μια πιο συλλογική δραστηριότητα. Η ΕΕ βιώνει μια κρίση ταυτότητας θα μπορούσαμε να πούμε, ψάχνοντας να αναθεωρήσει δεδομένα και αρχές για να χαράξει μια νέα πορεία. Ο ανταγωνιστικός περίγυρος της Ευρώπης αποτελεί τροχοπέδη. Η ενέργεια είναι το πρώτο θέμα που κυριαρχεί σε θεσμικές συζητήσεις σχετικά με την οικονομική μεγέθυνση των κρατών. Είναι ο παράγοντας που θα ωθήσει τα κράτη να ξεπεράσουν παλιές πολιτικές, έχοντας ως κύριο μέλημά τους την προστασία των πολιτών και της φύσης. Είναι μείζονος, λοιπόν, σημασίας το να καταφέρει η Ευρώπη να βρει τον τρόπο να βελτιώσει την θέση της συλλογικά μακριά από σκοπιμότητες, πάντα σύμφωνα με τις δημοκρατικές αρχές που δομήθηκε σαν οντότητα.
Η Ρωσική πλευρά φαίνεται πιο ώριμη στις κινήσεις της και δικαιολογείται τόσο από το γεγονός πως πρόκειται για ένα ισχυρό κράτος που ο ηγέτης του, στο εσωτερικό της χώρας είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και οι εταιρείες παραγωγής ανήκουν στο κράτος. Η πορεία της Ρωσίας δύσκολα θα παρεκκλίνει ειδικά αν πετύχει και συνεργαστεί διαχρονικά με την Κίνα και την Ινδία, όπως το έχει κάνει με τις Ευρωπαϊκές χώρες. Η έξυπνη κίνηση των μακροπρόθεσμων συμφωνιών με τις χώρες, προσφέρει ασφάλεια και χρόνο στην Ρωσική κυβέρνηση να επεξεργαστεί τις εξελίξεις και να αναθεωρήσει πολιτικές. Η Ρωσία έχει την τεχνογνωσία, το δυναμικό και κυρίως τα ανεξάντλητα ενεργειακά αποθέματα για να διατηρήσει την ενεργειακή της πορεία σε υψηλά επίπεδα. Πάντως σε αυτό το «παιχνίδι στρατηγικής» δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιος νικητής καθώς η αλληλεξάρτηση πρέπει να θεωρείται δεδομένη ενώ επίσης βρισκόμαστε σε αρχικό στάδιο των ενεργειακών σχέσεων που με ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα περιμένουμε την πορεία τους στο μέλλον καθώς η πολιτική και οικονομική επιστήμη, ασχολείται με φαινόμενα και γεγονότα που ποτέ δεν πρέπει να τα θεωρούμε δεδομένα και είναι ρευστά. Διαρκείς αλλαγές, τόσο σε πολιτικά, όσο και σε οικονομικά πεδία (επίπεδα τιμών, μακροοικονομικοί δείκτες, εμπορικό ισοζύγιο) είναι ικανές να αλλάξουν μια κατάσταση που κρίνεται παγιωμένη. Οι δύο πλευρές, είναι βασικοί δρώντες σε ένα πεδίο που αφορά την ανθρώπινη και φυσική ύπαρξη και θα πρέπει ώριμα να πάρουν αποφάσεις προς όφελος της κοινωνίας και του περιβάλλοντος συνολικά καθώς οι όποιες αποφάσεις λαμβάνονται σε υψηλό επίπεδο πολιτικής (σύνοδοι, συνεδριάσεις διεθνών οργανισμών) επηρεάζουν αποφασιστικά τα όσα βιώνει ο ανθρώπινος παράγοντας.