
Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης. Μερικοί ξεκίνησαν για κάποια ανάγκη να πάνε σ’ ένα φρούριο, από εκείνα που βρίσκονται έξω από τα όρια της κατοικημένης περιοχής. Ξέσπασε όμως ραγδαία βροχή και μπόρα. Χάνουν τον δρόμο γιατί δεν μπορούν να δουν μπροστά τους. Περιπλανώνται στην έρημο, χωρίς να βρίσκουν ούτε χωριό, ούτε σπηλιά, ούτε διαβάτη. Παραδέρνοντας στη στεριά, σαν τους θαλασσινούς, φθάνουν σαν σε λιμάνι στη σπηλιά του θείου Συμεώνη (όσιος Συμεών ο Παλαιός). Βλέπουν έναν άνθρωπο σκελετωμένο και ρυπαρό που είχε ρίξει στους ώμους του μια κουρελιασμένη προβειά. Τους είδε και τους χαιρέτησε. Ήταν καταδεκτικός και τους ρώτησε γιατί ήλθαν. Όταν του διήγηθηκαν τι είχε συμβή και τον παρακάλεσαν να τους δείξη το δρόμο για το φρούριο τους είπε: – Περιμένετε κι εγώ θα σας ...